Τετάρτη 31 Ιουλίου 2013

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑΤΩΝ

               Ο ανδαλουσιανός φίλος του Alexander Soderberg

Από το οπισθόφυλλο 
Η Σοφί Μπρίνκμαν είναι συνεπαρμένη από τον όμορφο και σοφιστικέ Χέκτορ Γκουσμάν. Δεν έχει ιδέα όμως,  ότι πίσω από τη γοητεία του Χέκτορ κρύβεται κάτι πολύ επικίνδυνο. Ο Χέκτορ είναι επικεφαλής ενός διεθνούς συνδικάτου εγκλήματος. Πριν προλάβει να συλλάβει τις διαστάσεις του κόσμου του Χέκτορ, η Σοφί παγιδεύεται μέσα σ’ αυτόν. Το σπίτι της παρακολουθείται και η οικογένειά της κινδυνεύει. Ο Χέκτορ είναι σε πόλεμο με ρώσους εκτελεστές, λατινοαμερικάνους εμπόρους ναρκωτικών, γερμανούς γκάνγκστερ και τώρα στην ίδια θέση βρίσκεται και η Σοφί. Αλλά ποιον να εμπιστευτείς όταν ακόμα και οι άνθρωποι που έχουν ορκιστεί να φυλάττουν τον νόμο είναι τόσο επικίνδυνοι όσο και αυτοί που είναι στην παρανομία; Για να καταφέρει η Σοφί να βγει ζωντανή και ηθικά ακέραιη, προσπαθεί να συγκεντρώσει όλες της τις δυνάμεις: να λύσει ηθικά διλήμματα, να αποφύγει θανάσιμες εμμονές και να γλιτώσει αδίστακτους δολοφόνους.

Αποσπάσματα από το βιβλίο
«Ο Άλμπερτ κοιμόταν στο δωμάτιό του. Τον κοίταξε για λίγο. Ύστερα κατέβηκε  και άναψε τα φώτα στον κάτω όροφο, παρατήρησε τα χέρια της καθώς στάθηκε στην κουζίνα. Δεν έτρεμαν, ήταν ατάραχα, έψαξε μέσα της, και εκεί ήταν ήρεμη. Εξεπλάγη, της φάνηκε ότι κάπου κάτι ήταν λάθος. Θα έπρεπε να νιώθει αναστατωμένη με όσα συνέβαιναν, τρομαγμένη, στοιχειωμένη. Ξανακοίταξε τα χέρια της, μαλακά, βελούδινα και ήρεμα.  Οι σφυγμοί μέσα της χτυπούσαν κανονικά. Γέμισε ένα κατσαρόλι με νερό, κατέβασε αγγλικό τσάι, στάθηκε μπροστά στο παράθυρο και περίμενε να βράσει. Είδε την ίδια θέα όπως πάντα, τον φανοστάτη που φώτιζε τον δρόμο, τα λαμπατέρ στα παράθυρα των γειτόνων. Όλα ήταν όπως πάντα, αλλά εκείνη δεν αναγνώριζε τον εαυτό της, τίποτα από όσα έβλεπε δεν ήταν γνώριμο» (σελ.199). 

«Εκείνη ήταν συναισθηματικά στραγγισμένη, ήθελε να κάνει εμετό, να αποδράσει από τον εαυτό της, από τα πάντα. Η Σόφι καθόταν εκεί στο ρημαγμένο εστιατόριο και χάιδευε τα μαλλιά του Γιενς, είδε τον Κλάους και τον Μιχαήλ, που είχαν πάρει τα όπλα τους από το πάτωμα. Είδε τα πτώματα των Ρώσων σε αλλόκοτες στάσεις. Τον Ερνστ Λούντβαλ χλωμό και έντρομο να εγκαταλείπει το εστιατόριο βιαστικά με ένα χαρτοφύλακα στο χέρι. Είδε σαν σε φιλμ το ατύχημα του Άλμπερτ, τον είδε ξαπλωμένο στο κρεβάτι του νοσοκομείου- σε κώμα, μοναχό και πληγωμένο. Χιλιάδες σκέψεις στριφογύριζαν στο μυαλό της ενώ πάσχιζε να κρατηθεί από κάποια λογική ίσως το χέρι της που χάιδευε τα μαλλιά του Γιενς ήταν που δεν την άφηνε να αλλοφρονήσει» (σελ.465). 




 Arab Jazz του Karim Miske
Από το οπισθόφυλλο
Μια γειτονιά του Παρισιού. Ένα μεγάλο χωνευτήρι πολιτισμών. Εδώ θα βρεις σούσι κοσέρ, τούρκικες ταβέρνες, Εβραίους κουρείς, Αρμένηδες βιβλιοπώλες...
Μόνο ο Αχμέντ Ταρουντάν ζει κάπου παράμερα. Φυλακισμένος στην προσωπική του ιστορία, ονειροπόλος, μανιώδης αναγνώστης αστυνομικών... Αίφνης, ανακαλύπτει το πτώμα της Λορά, γειτόνισσας και φίλης του, κατακρεουργημένο, να κρέμεται πάνω από το μπαλκόνι του. Καταλαβαίνει αμέσως ότι ο ίδιος αποτελεί τον ιδανικό ύποπτο. Η φρίκη αυτή τον ξυπνάει από το λήθαργό του και αποφασίζει να συνεργαστεί με τους δύο αστυνόμους που έχουν αναλάβει την υπόθεση: τη φλογερή Ρασέλ Κουπφερστάιν και τον Ζαν Αμλό, από τη Βρετάνη. Η αναζήτηση είναι πυρετώδης. Οι τρεις τους όμως έχουν τα στοιχεία που χρειάζονται για να λυθεί το μυστήριο αυτού του θανάτου. Μήπως έχουμε να κάνουμε με το έγκλημα κάποιου θρησκόληπτου, Εβραίου ή μουσουλμάνου; Τι τρέχει με τον πατέρα της Λορά, τον Μάρτυρα του Ιεχωβά που η φήμη του έχει φτάσει ώς τη Νέα Υόρκη; Και τι ρόλο παίζει το Γκόντζγουιλ, το όμορφο χαπάκι που διασχίζει πλέον τα σύνορα; 


Αποσπάσματα από το βιβλίο
«Μπαίνοντας στο διαμέρισμα ανασηκώνει ελαφρά τους ώμους, αποφεύγοντας έτσι να ακουμπήσει οτιδήποτε με το δέρμα του. Πρέπει να δει με τα μάτια του. Να νιώσει. Στον μακρόστενο διάδρομο, μέσα από την ορθάνοιχτη τζαμαρία, εισβάλλει άνεμος απειλητικός. Ο γκρίζος ουρανός βάρυνε ξαφνικά, μαύρα σύννεφα καταφθάνουν από το πάρκο της Βιλέτ. Υπόκωφη βροντή. Να κάνει γρήγορα. Στο κέντρο του καθιστικού το τραπέζι έχει στρωθεί για δύο, με μεγάλη φροντίδα. Ένα ανοιγμένο μπουκάλι μπορντό, ποτήρια γεμισμένα κατά τα δύο  με τρίτα κρασί. Μέσα σε ένα πιάτο από λευκή πορσελάνη, ένα κομμάτι χοιρινό σε δίχτυ κολυμπάει ωμό σε κόκκινο ζουμί και ένα κουζινομάχαιρο με μαύρη λαβή είναι μπηγμένο ακριβώς στο κέντρο» (σελ.13).

«Ο άνεμος σφυρίζει απειλητικός, την ώρα που στο δρόμο αναβοσβήνει ο φάρος ενός περιπολικού. Οι δολοφόνοι δεν έχασαν χρόνο. Ο Αχμέντ με φρίκη ζωγραφισμένη στο πρόσωπό του, κάνει να φύγει και τότε προσέχει ότι οι τρεις ορχιδέες, που ο ίδιος φροντίζει σχολαστικά, όταν η Λόρα έλειπε ταξίδι, έχουν αποκεφαλιστεί. Μόνο μισοί μένουν, στα υδροπονικά δοχεία τους πάνω στο γραφείο. Αναζητεί με το βλέμμα τα άνθη, δεν τα βρίσκει, αφήνει με βαριά καρδιά το διαμέρισμα, κατεβαίνει αθόρυβα τις σκάλες και ξανακλείνει την πόρτα της γκαρσονιέρας του, την στιγμή ακριβώς Που κάποιος καλεί το ασανσέρ» (σελ.15)



Έχουν όλοι κακούς σκοπούς της Χίλντα Παπαδημητρίου
Από το οπισθόφυλλο
Καλοκαίρι του 2007. Ύστερα από απανωτές αναποδιές, ο αστυνόμος Χάρης Νικολόπουλος ξεκινάει επιτέλους τις διακοπές του στα Χανιά. Πριν προλάβει όμως να πιει την πρώτη ρακή, τον ειδοποιούν από την Αθήνα ότι η άδειά του αναστέλλεται. Ο τραγουδιστής Απόστολος Μελισσηνός έχει εξαφανιστεί μυστηριωδώς μετά την τελευταία του συναυλία, στο Κάστρο του Ρεθύμνου. Πού βρίσκεται ο Απόστολος; Κρυμμένος σε κάποια έρημη παραλία; Έχει πέσει θύμα απαγωγής ή μήπως… Ο Χάρης ξεκινάει την έρευνα που θα τον οδηγήσει από την πόλη των Χανίων στα Σφακιά, και στη συνέχεια στην έρημη Αθήνα. Μιλώντας με παλιούς φίλους και συνεργάτες του Απόστολου, θα βουλιάξει μέσα σ’ έναν χείμαρρο πληροφοριών, θα γίνει εξπέρ στην ιστορία των πρώτων ελληνικών ροκ συγκροτημάτων και θα χρειαστεί να υπενθυμίζει διαρκώς στον εαυτό του τους στίχους του τραγουδιού: Μην τους πιστεύεις ό,τι κι αν πουν / Έχουνε όλοι κακούς σκοπούς.

Αποσπάσματα από το βιβλίο
«Μόνο που εκεί, στο φαράγγι του Ίμπρου, δεν μπορούσε να το βάλει στα πόδια. Φόρεσε την μάσκα που του έδωσαν και πλησίασε στο χείλος του γκρεμού την ώρα που δύο άντρες με μπλε στολές ανέβαζαν ένα φορείο. Ένα ανθρώπινο σώμα κλεισμένο σε αεροστεγή σάκο ήταν δεμένο πάνω του. Λίγο πιο χαμηλά, σένα πλάτωμα, ένας γερανός έκανε τις απαραίτητες μανούβρες για να ανελκύσει το μαύρο Range Rover που ήταν σφηνωμένο ανάμεσα σε δύο βράχους. Ένα συνεργείο από  τα Σήμανσης περίμενε σε ετοιμότητα. Κάτω από μία συστάδα ισχνών δέντρων στεκόταν η Μαρίτα και μιλούσε μ’ έναν άντρα, ο οποίος καθόταν σε μια πέτρα και κρατούσε το κεφάλι του. Ήταν ο Ηλίας, ο Αλβανός που είχε εντοπίσει το τζιπ στο γκρεμό» (σελ.112).

«Από τα ξημερώματα της Παρασκευής οι αστυνομικές δυνάμεις των Χανίων και του Ρεθύμνου, σε αγαστή συνεργασία και παραμερίζοντας τις όποιες αντιζηλίες και τοπικιστικές διαφορές, σάρωναν τις εθνικές και επαρχιακές οδούς των δύο νομών, με διαρκή μπλόκα και ελέγχους ταυτοτήτων και αδειών κυκλοφορίας. Μικρές ομάδες αστυφυλάκων επισκέπτονταν τα ορεινά χωριά των Σφακίων και της ευρύτερης περιοχής και μιλούσαν με όποιον υπήρχε πιθανότητα να έχει δει κάτι ύποπτο.  Η δουλειά αυτή απαιτούσε διπλωματικότητα, υπομονή και χρόνο, και ο Χάρης αισθανόταν ότι δεν τον ήθελαν στα πόδια τους» (σελ.120). 


 Μια μικρή γερμανική πόλη του Τζον Λε Καρέ

Τέλη της δεκαετίας του ’60. Ο Χάρτινγκ, υπάλληλος της Βρετανικής Πρεσβείας στη Βόννη, εξαφανίζεται και μαζί του εξαφανίζονται σαράντα πέντε άκρως απόρρητοι φάκελοι. Η στιγμή είναι κρίσιμη και ενδεχομένως διόλου τυχαία. Φοιτητές και νεοναζί διαδηλώνουν στους δρόμους, ενώ διαπραγματεύσεις ζωτικής σημασίας βρίσκονται σε εξέλιξη στις Βρυξέλλες. Ο αξιωματικός ασφαλείας Άλαν Τέρνερ στέλνεται από το Λονδίνο στη Βόννη για να εντοπίσει τον αγνοούμενο και τους φακέλους. Εντωμεταξύ το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον της Γερμανίας απειλούν να συγκρουστούν οδηγώντας σε έναν βίαιο εφιάλτη.


Αποσπάσματα από το βιβλίο

«Αντάλλαξαν ένα βλέμμα βγαλμένο από αιώνες ολόκληρους καχυποψίας: ο Τέρνερ έξυπνος, επιθετικός και άξεστος με την θρασύτητα νεόπλουτου, ο Μπράντφιλντ, σε μειονεκτική θέση μα όχι νικημένος μαγκωνόταν διαλέγοντας τα λόγια του σαν να φτιάχτηκαν αποκλειστικά για εκείνον»…. «Ο πιο μυστικός μας φάκελος εξαφανίστηκε. Χάθηκε την ίδια μέρα που έφυγε ο Χάρτινγκ. Καλύπτει ολόκληρο το φάσμα των πιο ευαίσθητων συνομιλιών μας με τους Γερμανούς, επισήμων και ανεπίσημων, κατά τους τελευταίους έξι μήνες. Για λόγους που δεν σε αφορούν η δημοσιοποίηση του θα μας κατέστρεφε στις Βρυξέλλες» (σελ.90).

«Εννοώ δεν έχεις καμία θεωρία. Τέτοιο πράγμα δεν μου έχει ξανατύχει. Κανένας πανικός, καμία εξήγηση. Γιατί? Δούλευε για σ’ ένα τον ήξερες. Και τώρα μου λες ότι είναι κατάσκοπος ότι βούτηξε τους σημαντικότερους φακέλους σας. Ότι είναι ένα σκουπίδι. Έτσι κάνεις πάντα όταν χάνεται κάποιος…..Ο Τέρνερ τον κοιτούσε με το ψυχρό και εξεταστικό βλέμμα του, κοιτούσε περιμένοντας μία κίνηση ή μία χειρονομία, με το κεφάλι ψηλά, σε ετοιμότητα. Μάταια» (σελ.95).




Οι νεράιδες του Μαν  του Αυγούστου Κορτώ

Από το οπισθόφυλλο

Μια φιλάργυρη αντικέζ, η Μπεατρίς Φραγκονάρ, ταξιδεύει με τον υπηρέτη της Ξαβιέ στο Δουβλίνο. Εκεί γνωρίζει τη δούκισσα του Νταντίλιον Σλιβ, μια βαθύπλουτη ηλικιωμένη που την μπερδεύει με μιαν άλλη και την προσκαλεί σε κρουαζιέρα με το πολυτελές ιστιοφόρο ενός φίλου της. Προορισμός τους η Νήσος του Μαν και ανάμεσα στους επιβάτες διάφοροι παλιοί "γνώριμοι" της δούκισσας - ξεπεσμένοι αριστοκράτες που την κυνηγούσαν μια ζωή και κατάφεραν τελικά να την εντοπίσουν. Το ταξίδι αρχίζει σε κλίμα βαρύ και ειρωνικό, ενώ σύντομα ο οδηγός του ιστιοφόρου βρίσκεται νεκρός. Σαν να μην έφτανε αυτό, μια δολιοφθορά στο σύστημα πλοήγησης αφήνει το σκάφος ακυβέρνητο, έρμαιο μιας νηνεμίας απειλητικής και μιας ομίχλης πυκνής σαν το βαμβάκι. Τον καπετάνιο θα πάει να "συναντήσει" αργότερα και ο γιατρός. Και η παρέα μικραίνει, όλο και μικραίνει... καθώς αναμετριέται με δαίμονες και νεράιδες, με νεκρούς και ζωντανούς, με θρύλους και κατάρες, με στοιχεία της φύσης και, κυρίως, με περίεργους φόνους που μοιάζουν υπερφυσικοί. Όμως η Μπεατρίς, εκ φύσεως ανήσυχη, αποδύεται με τον Ξαβιέ σε ένα ξέφρενο κυνήγι του ενόχου, παραμερίζοντας κάθε γκάφα και οποιοδήποτε σουρεαλιστικό απρόοπτο στον απώτερο στόχο για την πάταξη του εγκλήματος...

Αποσπάσματα από το βιβλίο
«Ο μύθος είναι παλιός και η ιστορία που αφηγείται είναι ακόμα πιο παλιά, παλιότερη από τον ίδιο τον άνθρωπο είπε με χαμηλωμένο βλέμμα. Λένε λοιπόν πως όταν ο θεός γκρέμισε τον σατανά από τον ουρανό, εκείνος έπεσε στην γη και μάλιστα σε αυτήν εδώ την θάλασσα. Το χέρι του απλώθηκε και έδειξε τρέμοντας τα μαύρα νερά του λιμανιού. Τρεις μέρες πάλεψε ο Εωσφόρος με τα μανιασμένα νερά της Ιρλανδίας και ύστερα βρήκε μια σπηλιά και κρύφτηκε μέσα για να ξαποστάσει. Αυτή η σπηλιά δεν ήταν άλλη από ένα μικρό νησάκι στ’ ανοιχτά αυτού που τώρα λέγεται νήσος του Μαν… ή νήσος του ανθρώπου. Φαίνεται πως εκεί πήγε μετά ο Διάβολος, και από κει ξεφυτρώσαμε και όλοι εμείς… όμως το πιο φοβερό από όλα ήταν πως από τα σμίξιμό του με την θάλασσα γεννήθηκαν κάτι τερατώδη παιδιά που ζουν ακόμη σε αυτά τα νερά, αθάνατα, αιώνια καταδικασμένα. Οι ντόπιοι ναυτικοί τα ονόμασαν νεράιδες γιατί λένε πως έχουν την όψη όμορφων γυναικών» (σελ.114).  

«Λίγη ώρα αργότερα βρίσκονταν και πάλι όλοι στο σαλόνι. Δηλαδή όχι ακριβώς όλοι. Ο αιδεσιμότατος Πίκμαν φαίνεται πως είχε παραδώσει αμετάκλητα το πνεύμα του στο οινόπνευμα και δεν είχε ξυπνήσει παρ’ όλο το πανδαιμόνιο. Το ίδιο και ο δόκτωρ Βάις, για τον οποίο η Καρολίν είχε εκφράσει χαμηλόφωνα την άποψη ότι αν ξύπνιος, αλλά παρίστανε τον κοιμισμένο επειδή απλώς είχε χεστεί από τον φόβο του. Και φυσικά από την παρέα τους έλειπε ο Γκαστόν, τουλάχιστον η ψυχή του………όσο για το χθεσινοβραδινό κλίμα, αυτό είχε χαθεί οριστικά. Μέσα σε μια στιγμή, σαν κάποιο κακό πνεύμα να είχε περάσει μέσα από το πλοίο, οι περισσότεροι είχαν γίνει σκιές του εαυτού τους» (σελ. 234).



Τρίτη 30 Ιουλίου 2013

ΝΕΛΣΟΝ ΜΑΝΤΕΛΑ, ΣΥΖΗΤΗΣΕΙΣ ΜΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΜΟΥ

Ο Νέλσον Μαντέλα, γεννημένος το στο Μπβέζο, ένα μικρό χωριό της Νότιας Αφρικής αποτελεί μία από τις γνωστότερες μορφές του κόσμου.  Υπήρξε υπέρμαχος των ανθρώπινων δικαιωμάτων και ο πρώτος έγχρωμος, δημοκρατικά εκλεγμένος πρόεδρος της Ν. Αφρικής. 
Στο βιβλίο του «Νέλσον Μαντελα, συζητήσεις με τον εαυτό μου» αποκαλύπτει μυστικά και ντοκουμέντα που υπήρξαν για χρόνια φυλαγμένα στο αρχείο του. Ο μεγάλος πολιτικός που αναδείχθηκε σε σύμβολο αντίστασης απέναντι στο απαρτχάιντ, στο βιβλίο του περιγράφει τα πρώτα του πολιτικά σκιρτήματα καθώς και την διαμόρφωση της πολιτικής του συνείδησης που υπήρξε καθοριστική για την μετέπειτα πορεία του. 
Το «Συζητήσεις με τον εαυτό μου» επιτρέπει στους αναγνώστες να γνωρίσουν τον άνθρωπο πίσω από το δημόσιο πρόσωπο: από επιστολές που γράφτηκαν στις πιο σκοτεινές περιόδους της εικοσιεπταετούς φυλάκισής. Οι σημειώσεις του διάσημου ηγέτη που κρατάει στο επιτραπέζιο ημερολόγιο μέσα στο κελί του Ρόμπεν Άιλαντ ή συζητάει με φίλους σε σχεδόν εβδομήντα ώρες μαγνητοφωνημένων συνομιλιών. Σε αυτές τις σελίδες δεν είναι ούτε σύμβολο ούτε άγιος: είναι ένας από εμάς. 

Μια «ματιά»  στη ζωή του
Το όνομα «Νέλσον» του δόθηκε στο σχολείο από ένα δάσκαλο, ενώ τα φοιτητικά του χρόνια τα έζησε στο πανεπιστημιακό κολέγιο Φορτ Χέαρ στην πόλη Αλις. Ηταν το μοναδικό αστικό κέντρο ανώτερης εκπαίδευσης για μαύρους στη Νότια Αφρική, μια μάλλον ελιτίστικη σχολή, ενώ πήρε πτυχίο στη Νομική από το Πανεπιστήμιο της Νότιας Αφρικής, ένα φημισμένο εκπαιδευτικό ίδρυμα το οποίο παρείχε τίτλους σπουδών και πτυχία διά αλληλογραφίας. Στη συνέχεια ακολούθησε στο Γιοχάνεσμπουργκ μια μέτρια δικηγορική καριέρα στο γραφείο Γουίτκιν, Σιντέλσκιν και Αϊντερμαν, και κάθε ημέρα με το τέλος της εργασίας ξεκινούσε για τον νεαρό Μαντέλα το «φλερτ» με την ελευθερία.
Ηταν γύρω στο 1943 όταν ξεκίνησε να πηγαίνει σε συνελεύσεις της Συμβουλευτικής Επιτροπής Συνοικισμού αλλά και του Εθνικού Αφρικανικού Κογκρέσου. Το 1947 εκλέγεται στην Εκτελεστική Επιτροπή του Εθνικού Αφρικανικού Κογκρέσου και όταν αργότερα θα καταλάβει το αξίωμα του προέδρου του ΕΑΚ δεν θα σταματήσει ούτε λεπτό να αγωνίζεται ενάντια στο απαρτχάιντ. Ούτε και όταν θα καταδικαστεί ¬ στην ηλικία των 46 χρόνων ¬ σε ισόβια φυλάκιση. Ηταν στις 12 Ιουνίου 1964 (είχε συλληφθεί από το 1961), στην Πρετόρια, όπου δικάστηκε για προδοσία. Εκείνη την ημέρα 2.000 άνθρωποι είχαν συγκεντρωθεί κρατώντας πανό και πινακίδες με συνθήματα συμπαράστασης. Σε κάποιο σημείο της δίκης, στην οποία μιλούσε τέσσερις ώρες ασταμάτητα, είπε: «Αφιέρωσα τη ζωή μου στον αγώνα του λαού της Αφρικής. Εχω πολεμήσει εναντίον της λευκής κυριαρχίας και έχω πολεμήσει εναντίον της μαύρης κυριαρχίας. Αγαπώ την ιδέα μιας ελεύθερης και δημοκρατικής κοινωνίας στην οποία όλοι θα ζουν αρμονικά μαζί και θα έχουν ίσες ευκαιρίες.Είναι ένα ιδανικό που ελπίζω να ζήσω και να επιτύχω. Αλλά, αν χρειαστεί, τότε είναι και ένα ιδανικό για το οποίο είμαι έτοιμος να πεθάνω».
Ο Νέλσον Μαντέλα φυλακίστηκε στη νήσο Ρόμπεν χωρίς να έχει την παραμικρή ιδέα για το τι μέλλει γενέσθαι. Κάθε κελί είχε μια λευκή κάρτα κρεμασμένη απέξω με το όνομα και τον αριθμό που είχε κάθε κατάδικος στη φυλακή. Η κάρτα του μαύρου ηγέτη έγραφε, «Ν. Μαντέλα 466/64», που σήμαινε ότι ήταν ο 466ος κρατούμενος που είχε φθάσει στο νησί το 1964. Δεν έχασε όμως ποτέ την ψυχραιμία του και όταν του έδωσαν τη στολή του φυλακισμένου είπε στον φρουρό: «Δεν έχω φορέσει πιο κομψό ριγέ κουστούμι». Σημαδιακή για τη ζωή του Νέλσον Μαντέλα ήταν η 11η Φεβρουαρίου 1990. Ηταν η μέρα που βγήκε από τις φυλακές Βίκτορ Βέρστερ της Νότιας Αφρικής αποφασισμένος να σβήσει με μια μονοκονδυλιά την οργή ¬ αλλά όχι τη μνήμη ¬ για τα χρόνια που πέρασε στο κελί. Ηταν έτοιμος για συνδιαλλαγή με τους ανθρώπους του απαρτχάιντ για να οδηγήσει τους μαύρους στη μεγάλη νίκη ύστερα από τέσσερα χρόνια, στις 10 Μαΐου 1994, στις πρώτες δημοκρατικές εκλογές που τον ανέδειξαν πρόεδρο.
Το 1993 μοιράστηκε το Βραβείο Νομπέλ για την ειρήνη με τον Φ. Ντε Κλερκ για τον αγώνα του ενάντια στο απαρτχάιντ και παρέμεινε στον προεδρικό θώκο ως τον Ιούνιο του 1999, οπότε αποχώρησε δίνοντας τη σκυτάλη στον σημερινό πρόεδρο, τον Τάμπο Μπέκι. Τότε ο «αιώνιος» αντάρτης εξεδήλωσε την ακόλουθη επιθυμία: «Θα ήθελα να επιστρέψω στο χωριό μου και να μπορώ να περπατώ στα λιβάδια, στους λόφους και στα ποτάμια όπου μεγάλωσα». Είχε εκπληρώσει τον στόχο του προχωρώντας αργά. Μια πορεία που κράτησε 46 χρόνια...

ΠΗΓΗ: IN.GR



Παρασκευή 26 Ιουλίου 2013

ΤΟ ΑΓΡΙΜΙ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΒΡΑΒΕΥΜΕΝΗ ΜΕ ΝΟΜΠΕΛ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΧΕΡΤΑ ΜΥΛΕΡ


Έξι είναι οι πρωταγωνιστές του μυθιστορήματος της τιμημένης με Νόμπελ συγγραφέως Χέρτα Μύλερ. Όλη η πλοκή εκτυλίσσεται  στο στενό και αντιδικτατορικό πλαίσιο την εποχή του Τσαουσέσκου και της Σεκουριτάτε στην Ρουμανία. 
  Μία φτωχή φοιτήτρια από μια επαρχία του νότου, η οποία εκδίδεται για να μπορέσει να επιβιώσει και βρίσκεται νεκρή. Τρεις φοιτητές –θύματα του αμείλικτου δικτάτορα.  Μια γυναίκα, πράκτορας της πανίσχυρης Σεκιουριτάτε, της μυστικής αστυνομίας του καθεστώτος. Και τέλος, η ίδια η αφηγήτρια, η οποία κάνει μια ανασκόπηση στα παιδικά της χρόνια, σε μια φτωχή επαρχία της χώρας όπου κυριαρχεί η κατάρρευση και η παρακμή. Το νέο μυθιστόρημα της Χέρτα Μύλερ περιέχει αρκετά αυτοβιογραφικά στοιχεία καθώς η συγγραφέας έζησε στα ταραγμένα χρόνια του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού και έπεσε αναπόφευκτα θύμα της λογοκρισίας του ρουμανικού καθεστώτος.  Ο φόβος, η αντίσταση, η φιλία, ο έρωτας στα χρόνια των απολυταρχικών καθεστώτων περιγράφονται με λιτά και συμβολικά. 


Λίγα λόγια για την συγγραφέα
Η Χέρτα Μίλερ γεννήθηκε στο Νίτσκιντορφ, ένα μικρό γερμανόφωνο χωριό της δυτικής Ρουμανίας. Σπούδασε ρουμανική και γερμανική φιλολογία, εργάστηκε ως μεταφράστρια σε βιομηχανία, αλλά απολύθηκε ακριβώς επειδή αρνήθηκε να συνεργαστεί με τη Σεκουριτάτε. Το πρώτο της βιβλίο το εξέδωσε εκεί, στη Ρουμανία, το 1982, λογοκρίθηκε όμως από το καθεστώς και τελικά εκδόθηκε, δύο χρόνια αργότερα, στη Γερμανία. Το 1987, δύο χρόνια πριν από την κατάρρευση του καθεστώτος Τσαουσέσκου, εγκατέλειψε τη Ρουμανία και βρέθηκε στο Βερολίνο όπου και ζει. Tο 2009, τιμήθηκε με το Βραβείο Νομπέλ για την ποιητικότητα και την αμεσότητα της γραφής της.

Πέμπτη 25 Ιουλίου 2013

ΝΕΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ: BANDIERA....RUSSA


Ο Δημήτρης Σαπρανίδης στο  νέο του ιστορικό μυθιστόρημα μεταφέρει τον αναγνώστη πίσω στα ταραγμένα χρόνια της Δικτατορίας, της Κατοχής (τότε που η Αθήνα και ο Πειραιάς πάλευαν να επιβιώσουν από την πείνα και τους βομβαρδισμούς)  και του εμφυλίου που ακολούθησε στην Ελλάδα. Πρωταγωνίστρια του βιβλίου είναι η θεία Στάλη που λίγα χρόνια μετά την Ρωσική επανάσταση οι γονείς της την έστειλαν στην Αθήνα σε ηλικία 16 ετών. Το πραγματικό της όνομα ήταν Καλλίοπη, το Στάλη ήταν υποκοριστικό του Σταλίνα. «Το δίπατο συρτάρι του κομοδίνου της από πάνω είχε λαϊκά ρομάνζτα για παραπλάνηση των Αρχών και από κάτω έκρυβε τη Βίβλο της επανάστασης και βίους των  μαρτυρίων της» (σελ.7).  Η συμβολή της θείας Στάλης στο αντιστασιακό κίνημα που αναπτύχθηκε στην Ελλάδα κατά την διάρκεια της Κατοχής ήταν αποφασιστικής σημασίας καθώς μετά τον χαμό του συζύγου της εκείνη πέρασε στην Αντίσταση, προκαλώντας δολιοφθορές, κυνηγώντας δωσίλογους και ταγματασφαλίτες, έναν παπά που βίαζε ανήλικα κορίτσια, κάποιον χαφιέ που ’βγαζε το παιδί του στο κλαρί, και πολλούς άλλους που συνεργάστηκαν με τον κατακτητή. 


Απόσπασμα από το βιβλίο
«Όλοι αναρωτιόνταν το έγινε η γειτονιά μας με τα καλά και τα κακά της. Ολάκερες οικογένειες είχαν ξεκληριστεί από τις διώξεις της δικτατορίας και έπειτα της Κατοχής. Έμειναν μόνο νοικοκυραίοι και άρχοντες. Εξαφανίστηκε και η Θεανώ, Ο κόσμος έφευγε όπου μπορούσε να εξασφαλίσει λίγη τροφή και ασφαλή ζωή. Αποφασίσαμε να φύγουμε και εμείς γιατί όπως έλεγαν συχνά, ο Πειραιάς είναι μια βιομηχανική περιοχή, βομβόπληκτη για τις μεγάλες φάμρικες και το λιμάνι. Προορισμός μας θα ήτανε το Ρωσοχώρι, ανάμεσα στις βίλες της Ρέας, των αρχόντων και των νεόπλουτων της Εκάλης. Ήταν μία φτωχική κοινότητα Ποντίων, προσφύγων από την Ρωσία. Εκεί θα μας περίμεναν γνωστοί φίλοι και συγγενείς. Η θεία Κάλλη δεν θα ερχόταν μαζί μας, τον πρώτο τουλάχιστον καιρό» (σελ.47). 

ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ


Ο Δημήτρης Σαπρανίδης σπούδασε Καλές Τέχνες στην ΑΣΚΤ. Εργάστηκε στις περισσότερες δημοσιογραφικές ειδικότητες των εφημερίδων "Το Βήμα" και "Τα Νέα" (1955-1973), και προϊστάμενος ελεύθερου ρεπορτάζ στον Ριζοσπάστη (1975) και στη Μεσημβρινή (1980). Ήταν διευθυντής του περιοδικού "Συλλογή" (εκδόσεις Παπαχρυσάνθου, 1973), αρχισυντάκτης του περιοδικού "Αντί" (1974), διευθυντής στη "Ραδιοτηλεόραση" (1994-1997) και διευθυντής Εκδόσεων της ΕΡΤ απ' όπου συνταξιοδοτήθηκε το 1998. Διετέλεσε κατά περιόδους αρχισυντάκτης δελτίων ειδήσεων της τηλεόρασης και υπεύθυνος ρεπορτάζ.
Κατά τη Δικτατορία, το 1967, διεγράφη από την Ένωση Συντακτών και καταδικάστηκε σε ενός έτους φυλάκιση. Το 1971, σε έκθεση ζωγραφικής του στην Αθήνα, παρουσίασε σαράντα αντιδικτατορικά πόστερ, από τα οποία κυκλοφόρησαν παράνομα το "Bus Only" και το "Χρονοδιάγραμμα", αλλά μετά τρεις μέρες η έκθεση έκλεισε βιαίως.
Ήταν δημιουργός και υπεύθυνος της εκπομπής "Μονόλογοι" (1976) και του πρώτου δίωρου teletext "Τηλέγραφος" (1985) στην τηλεόραση της ΕΡΤ-1. Επίσης στο Β΄ Πρόγραμμα Ραδιοφωνίας της ΕΡΤ έκανε την πρώτη τρίωρη ζωντανή εκπομπή "Κάθε μέρα παντού" (1982).
Από τις εκδόσεις "Παπαζήση" εξέδωσε το 1974 έναν τόμο με την εισαγωγή στην "Πολιτική γελοιογραφία στην Ελλάδα: Από τα πρώτα βήματά της στην αρχαία Ελλάδα", ενώ το 2001 από τις εκδόσεις "Ποταμός" τον πρώτο τόμο της αναλυτικής "Ιστορίας της ελληνικής γελοιογραφίας" (από την αρχαιότητα ως το 1967) και το 2006 τον δεύτερο τόμο (από τη δικτατορία της 21ης Απριλίου ως τις μέρες μας). Το δίτομο αυτό έργο βραβεύτηκε το 2007 από το Ίδρυμα Προαγωγής Δημοσιογραφίας Αθανασίου Βασ. Μπότση και με το ειδικό βραβείο στη μνήμη του Απόστολου Μαγγανάρη.
Προηγούμενα βιβλία του: "Χρονικό του 1961: Όπως το είδαν οι γελοιογράφοι όλου του κόσμου" (εκδόσεις Φέξη, 1961), "Γέλια και δάκρυα στο εδώλιο" [από τα καθημερινά ευθυμογραφήματα του "24ώρου της Θέμιδας" που δημοσίευαν τα "Νέα" επί δέκα χρόνια (1963)], "Αρχίδαμε, Go Home!" [σάτιρα των κλασικών χρόνων στην αρχαία Αθήνα, (εκδόσεις "Εξάντας", 1979)], "Καλημέρα, Αντρέα. Γεια σου, Κώστα..." (εκδόσεις Χριστόπουλος, 1996) και το ιστορικό ημερολόγιο του αντιναυάρχου Γεωργίου Σαχτούρη "567 ημέρες στο Αιγαίο" [από τον ναυτικό αγώνα του '21 (εκδόσεις Βεργίνα, 1997)].

Δευτέρα 22 Ιουλίου 2013

«H Προμήθεια» – Το νέο βιβλίο του Τζορτζ Πελεκάνος!!

 Ο σεναριογράφος του The Wire και βραβευμένος δημοσιογράφος παρουσιάζει το νέο του διήγημα.
Όταν διαβάσετε μέχρι και την τελευταία σελίδα του νέου βιβλίου του Τζορτζ Πελεκάνος θα αναρωτηθείτε «Άραγε υπάρχει προμήθεια ικανή να αντισταθμίσει την οικογένειά σου, την αγαπημένη σου, την ίδια σου τη ζωή»?
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου
Αφότου επέστρεψε στην πατρίδα μετά τη θητεία του στο Ιράκ, ο 29χρονος Σπίρο Λούκας αναλαμβάνει μια νέα δουλειά, να πραγματοποιεί ειδικές έρευνες για λογαριασμό ενός δικηγορικού γραφείου. Είναι καλός στη δουλειά του και έχει, επιπλέον, ανακαλύψει τον τρόπο να κερδίζει χρήματα σε έναν πολύ ιδιαίτερο τομέα: την ανάκτηση κλοπιμαίων, δίχως περαιτέρω ερωτήσεις, αρκεί να παίρνει την προμήθειά του – σαράντα τοις εκατό.
Όταν ένας μεγαλέμπορος ναρκωτικών τον προσλαμβάνει για να ανακαλύψει ποιος κλέβει από την επιχείρησή του, είναι η μεγαλύτερη δουλειά που έχει αναλάβει ποτέ ο Λούκας, με υψηλό ρίσκο αλλά εξίσου υψηλά πιθανά κέρδη. Όμως, προτού καταφέρει να ανακτήσει τα κλοπιμαία, βρίσκεται μπλεγμένος σε έναν κόσμο ανθρώπων που η ανηθικότητα και η βιαιότητα τους τον αφήνουν άφωνο.
Λίγα λόγια για τον Τζορτζ Πελεκάνος 
Ο Τζορτζ Πελεκάνος είναι παραγωγός ανεξάρτητων κινηματογραφικών ταινιών, βραβευμένος δημοσιογράφος, παραγωγός και σεναριογράφος της επιτυχημένης τηλεοπτικής σειράς «The Wire», και συγγραφέας σειράς αστυνομικών μυθιστορημάτων που έχουν γίνει best seller και εκτυλίσσονται στην ευρύτερη περιοχή της γενέθλιας πόλης του, της Ουάσινγκτον.
Αυτή την περίοδο εργάζεται ως σεναριογράφος της γνωστής τηλεοπτικής σειράς «Treme» του HBO.
Από τις Εκδόσεις Πατάκη κυκλοφορούν επίσης τα μυθιστορήματά του Drama city (2007), Ο κηπουρός της νύχτας (2009) και Το αδιέξοδο (2011).



Παρασκευή 19 Ιουλίου 2013

ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ!!!!

1.Ουρανόπετρα: Η δωδέκατη γενιά του Γιάννη Καλπούζου 

«Η αιώνια πάλη του καλού και του κακού, το νόμιμο άδικο και το παράνομο δίκιο, ο αέναος έρωτας, άγνωστες εποχές και καθημερινότητα, πατριωτισμός και συνθήματα, ολόιδιοι κατακτητές με διαφορετικά προσωπεία, ο ελληνισμός στις γεωγραφικές εσχατιές του, το χθες που μπολιάζει το σήμερα συνυφαίνουν  ένα θυελλώδες μυθιστόρημα.»

Αποσπάσματα  από το βιβλίο
Όπου πατώ είναι  δικός μου δρόμος….
Τα παραστρατήματα του Αδάμου από την μία απαιτούσαν παραπανίσια έξοδα και από την άλλη οδηγούσαν σε μειωμένες απολαβές, αφού από πολλά ξενύχτια δεν πήγαινε πια στο λιμάνι. Για τούτο έπαψε να στέλνει στο χωριό την μισή λύρα κάθε δύο ή τρεις μήνες. Ανησύχησαν οι γονείς του και κατεβαίνοντας ο πατέρας του στη Σκάλα έμαθε από δω και από κει για τα καμώματά του και άνοιξαν καβγά μεγάλο. Είπαν λόγια που δεν έπρεπε και ψυχράθηκαν για τα καλά. Δοκίμασε ο πατέρας του στο τέλος να τον συνεφέρει στέλνοντας τον παπα- Μύρωνα να του μιλήσει, όμως ούτε εκείνος κατάφερε να του αλλάξει στράτα. Ψέμα στο ψέμα και δικαιολογία στην δικαιολογία εισέπραξε από τον Αδάμο. Πάσχισε με παραινέσεις και διδακτικές κουβέντες να τον βάλει στο φιλότιμο, αλλά κατάλαβε ότι χτυπά σε πόρτα ερειπωμένου σπιτιού. Απογοητευμένος του’ πε φεύγοντας: «Έχει δρόμο που ορίζεις  την πατημασιά σου και δρόμο που σου την ορίζουν οι άλλοι. Στοχάσου και διάλεξε σε ποιον θέλεις να πατάς. «Όπου πατώ είναι δικός μου δρόμος αποκρίθηκε ο Αδάμος (σελ. 118-119).

Ο έρωτας του Αδάμου και της Αμέλια
«Αγαπώ σε ψυχή μου!» του ψιθύριζε κάθε τόσο η Αμέλια. Ο Αδάμος έμενε αμίλητος. Εχάθη η φωνή του μες στα γλυκοφιλήματά της, ώσπου τον τράβηξε από το χέρι απ’ την σκάλα. «Την σκάλα που ξεβαίννεις να ξέβαιννα και εγώ/ σκαλίν και σκαλοπάτι να σε γλυκοφιλώ». Τούτο το τραγούδι έκαμαν πράξη ανεβαίνοντας την πέτρινη σκάλα. Κάθε σκαλί και φίλημα. Κάθε φιλί  και θέριεμα της φωτιάς που τους φλόγιζε. «Αγαπώ σε καρδιά μου!» του ψιθύρισε  μπαίνοντας στο σπίτι. Πήρε ο Αδάμος να της βγάζει ένα ένα τα ρούχα ώσπου έμεινε ολόγυμνη ομπρός του. Θαρρείς και  αφρός της θάλασσας ορθώθηκε και σχημάτισε τ’ ολόλευκο κορμί της. «Αφροδίτη!» αναφώνησε, έσκυψε και φίλησε τις ρώγες της. «Θέλω σε!» ψέλλισε η Αμαλία και βάλθηκε μες σε πυρετό να τον ξεντύνει. Πυροτέχνημα γίνηκε στην αγκάλη της μέχρι τα ξημερώματα (σελ.229).



2. Στη σκιά των αιώνων της Δήμητρας Παπαναστασοπούλου
Το Μακεδονικό, η απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, η δολοφονία του Γεωργίου Α’, η μεγάλη πυρκαγιά του 1917, η υποδοχή των προσφύγων του 1922, ο πόλεμος του 1940, είναι μερικά μόνο από τα ιστορικά γεγονότα της Θεσσαλονίκης που αναμιγνύονται με την μυθοπλασία του νέου μυθιστορήματος της Δήμητρας Παπαναστασοπούλου. 
Η «σκιά των αιώνων» μας μεταφέρει στην τουρκοκρατούμενη Θεσσαλονίκη του 19ουαιώνα. Μια πόλη εξωτική και παράξενη, μια πολύχρωμη τοιχογραφία εθνών και πολιτισμών. Σε αυτή την πόλη αποφασίζει να καταφύγει ο Ηλίας Αλεξόπουλος προκειμένου να ξεχάσει τον απαγορευμένο του έρωτα και να αποφύγει ένα κοινωνικό σκάνδαλο. Μακριά από την γενέτειρά του την Αθήνα, προχωράει την ζωή του κάνοντας οικογένεια και αποκτώντας μεγάλο κύρος και κοινωνική δύναμη. Η μοίρα όμως έχει άλλα σχέδια για τον Ηλία… 

Αποσπάσματα από το βιβλίο

Η αφοσίωση του Ηλία στην ιατρική μετά τον χωρισμό του από την Αμέλια
«Την Άνοιξη θα με στείλουν στην Βαυαρία, θα μου βρουν κάποιον στα μέτρα τους και δεν θα ξαναγυρίσω». Δάκρυα έτρεχαν ασταμάτητα από τα μάτια της. Ο Ηλίας άδικα προσπαθούσε να τα διώξει με το χέρι του. Καινούρια, καυτά δάκρυα, ορμητικά σαν ποτάμια, έπαιρναν την θέση των προηγούμενων. «Πες μου ψυχή μου τι θέλεις να κάνω και θα το κάνω», μουρμούρισε, άδειος από τον πόνο που τον έσφιγγε αλύπητα. Εδώ, λοιπόν, τέλειωνε το όνειρο Μέχρι εδώ ήταν, αυτό θα είχε να θυμάται σε όλη του την ζωή (σελ. 52) …Μελετούσε μόνος ώρες πολλές χωρίς διαλείμματα. Όταν ερχόταν ο Βασίλης για να ενώσουν τις δυνάμεις τους, δεν διέκοπταν παρά για φαγητό. Η Ειρήνη τους έφερνε ζεστό τσάι με κουλουράκια, λίγη πίτα, φρούτα. Ανησυχούσε για την υγεία του Ηλία (σελ.55).


Η άφιξη του Ηλία στην Θεσσαλονίκη
Το λιμάνι της Θεσσαλονίκης άρχισε να φαίνεται στο βάθος. Μια ονειρική  εικόνα, έξω από κάθε φαντασία. Ο γιατρός Ηλίας Αλεξόπουλος ατενίζει από το κατάστρωμα την πόλη που απλώνεται σαν ανοιχτή αγκαλιά από την κορυφή ενός λόφου και κατηφόριζε4 προς την θάλασσα, περικυκλωμένη από ψηλά τείχη. Κάστρα στα ψηλά, μιναρέδες και καμπαναριά ανακατεμένα, κόκκινες στέγες και ψηλά κυπαρίσσια, ένα σωρό καράβια και ένα πλήθος ανθρώπων, που όσο πλησιάζουν, γίνεται πολύχρωμο και πολύβουο. … Ο καπετάνιος τον συμβουλεύει να βρει πρώτα ένα ξενοδοχείο και αμέσως μετά να φροντίσει να συναντήσει τον Έλληνα πρόξενο. Χρειάζεται διαμονητήριο γιατί είναι Ρουμ, δηλαδή Έλληνας από το Γιουνανιστάν, την ελεύθερη Ελλάδα, και όχι τουρκικής υπηκοότητας, όπως οι σκλαβωμένο συμπατριώτες τους που τους αποκαλούν γκιαούρηδες.  Οι διπλωματούχοι γιατροί είναι λίγοι-τα προνόμια πολλά-δεν έχει κανένα πρόβλημα να δουλέψει. Η ελονοσία είναι μια σίγουρη απασχόληση, αφού ποτέ δεν εγκαταλείπει την όμορφη πόλη, τη Σαλονίκη, όπως την λένε όλοι (σελ. 75-76).


                                  3. Το μυστικό της παλιάς αυλής των Γιάννη και Μαρίνα Αλεξάνδρου
Η Μαρία είναι ξεναγός και ο Άρης αρχαιολόγος δύο άνθρωποι που λατρεύουν το επάγγελμά τους και παράλληλα προσπαθούν να χτίσουν μία ερωτική σχέση με κυρίαρχη την οικονομική κρίση. Η Σεβίλη, η Γρανάδα, η Βαρκελώνη, το Αιγαίο, το δουκάτο της Αθήνας, ο Άγιος Δομίνικος στην Καραϊβική γίνονται  φυσικός και ο ιστορικός περίγυρος των ηρώων μας, όπου ξετυλίγεται το κουβάρι μιας ιστορίας που διατρέχει τους αιώνες, γεμάτη έρωτες και ανθρωπιά.  
Ένα σκληρό και   μακρινό παρελθόν, ένα δύσκολο παρόν και ένα  αισιόδοξο μέλλον ξετυλίγονται μπροστά στα μάτια του αναγνώστη αφήνοντας του μια γεύση αισιοδοξίας στα χείλη. 

Αποσπάσματα από το βιβλίο

Η συνάντηση του Άρη και της Μαρίας
Ο νέος άντρας που ήταν εκεί  μιλούσε άψογα αγγλικά και λίγα ισπανικά. Τους είπε πως το βιβλίο ήταν μυθιστόρημα που γράφτηκε γύρω στο 1860 στην Αθήνα και τότε κυκλοφόρησε σε λίγα αντίτυπα. Αυτό ήταν και κάτι που το καθιστούσε σπάνιο. Εξ’ άλλου βρισκόταν και σε εξαιρετική κατάσταση. «Θα το πάρουμε είπε ο Αλφόνσο, όπως και τις γκραβούρες». « Κάνετε μία εξαιρετική αγορά», πρόσθεσε ο βιβλιοπώλης πιάνοντας να τυλίξει το πακέτο τους (σελ. 38)….Όση ώρα μιλούσαν η Μαρία στεκόταν παράμερα. Κάτι πάνω σε αυτό τον άντρα της ξυπνούσε τη γυναικεία της φιλαρέσκεια. Τα μάτια του ίσως? Η φωνή του? Σε αυτόν κάτι την ξεσήκωνε. ..Την ίδια επιρροή φάνηκε να έχει και πάνω στη Σπανιόλα γιατί με μελιστάλαχτο ύφος τον ρωτούσε χίλια δυο για το καινούριο, δυσεύρετο απόκτημά της (σελ.38)……Φεύγοντας από το κατάστημα το μυαλό της Μαρίας είχε κολλήσει στο γοητευτικό αρχαιολόγο. Αυτό ήταν εξάλλου το επάγγελμα του Άρη, όπως τους είπε ο ίδιος πρωτύτερα.  Είχε πολύ καιρό, χρόνια να της κάνει κλικ για έναν άντρα. Όμως η Μαρία ήταν σοβαρή και συγκροτημένη γυναίκα και προσπάθησε να το βγάλει από το μυαλό της (σελ. 39). 

Στη Σεβίλλη το Μεσαίωνα
Σε λίγα λεπτά μέσα έκανε τη δουλειά με μαεστρία. Ανέβηκε και έκοψε τα σχοινιά. Είχε ήδη ανάψει τη φωτιά, που με τον αέρα φούντωσε αμέσως. Παραλίγο να τσουρουφλίσει και τα πόδια της Χουανίτα. Αυτή βγάζοντας μια δυνατή κραυγή λιποθύμησε.  Ο δήμιος τα ήξερε αυτά και την συγκράτησε πριν πέσει. Ο δον Χοσέ έφυγε αμέσως με την συνοδεία του από την πλατεία, δεν άντεχε να δει την ολοκλήρωση του αποτρόπαιου έργου του. Η κραυγή της θα τον ακολουθούσε σε ολόκληρη την ζωή του και θα ξυπνούσε τις νύχτες ιδρωμένος από την αγωνία, με τον ήχο της να βροντά στα αφτιά του και να τον βασανίζει. Το σώμα του δόλιου του παππού, άδειο από ψυχή και καρδιά έδωσε τη ζωή στην αγαπημένη του εγγονούλα (σελ.49). 


 4. Η πρέσβειρα των Παρισίων της Νένας Κοκκινάκη

Το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου γράφτηκε στο Παρίσι όταν η συγγραφέας αποφάσισε να χρησιμοποιήσει τις ημερολογιακές σημειώσεις που κρατούσε, κατά την διάρκεια της παραμονής της στο Παρίσι,  σε μυθοπλαστική αφήγηση. Όπως η ίδια αναφέρει σε συνέντευξη της: «Στην αρχή δυσκολεύτηκα πολύ. Είχα βρεθεί μέσα σε ένα ασυνήθιστο και ετερόκλητο πλήθος ανθρώπων που κατέφυγαν στην ωραιότερη  πόλη του κόσμου συνεχίζοντας παράλληλα να διατηρούν προνόμια και εξουσίες που κουβαλούσαν από την Ελλάδα. Πώς θα αντιδρούσαν όμως όλοι αυτοί, αν συνέβαινε κάτι διαφορετικό, κάτι που θα άλλαζε τα δεδομένα και τις συνήθειες;». Θέλοντας να διερευνήσει αυτό το ερώτημα και να δώσει απαντήσεις η Νένα Κοκκινάκη ξεκίνησε την συγγραφή της Πρέσβειρας των Παρισίων. «Από ένα σημείο και μετά όμως όλα πήραν δικό τους δρόμο. Η φαντασία υπερίσχυσε, η σκέψη οργανώθηκε και συντονίστηκε στο δικό της ρυθμό, η πλοκή άρχισε να ξετυλίγεται μέσα στο χαρτί με τρόπο που ειλικρινά δεν είχα υπολογίσει, καθώς η ίδια υπήρξα θύμα των μηχανισμών ενός διαβρωμένου συστήματος».

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου 
Ο ήχος των τακουνιών µου στο πλακόστρωτο των παρισινών δρόµων ακουγόταν παράταιρα. Τακ τακ τακ. Τακ τακ τακ. Σαν τις τρεις συλλαβές της λέξης «πρέσβειρα». Μιας λέξης που τώρα µε σαρκάζει. Πού βρισκόταν το όνειρο λοιπόν; Δεν στεκόταν στις διαβάσεις, δεν κατέβαινε από τον µολυβένιο παρισινό ουρανό. Όλα µια διάψευση. Μέσα σε µια διάψευση εκτυλίσσεται η ιστορία της Πρέσβειρας των Παρισίων, που, πιασµένη στην αρπάγη της ίδιας της φιλοδοξίας της, βρίσκεται µάρτυρας, κατήγορος και κατηγορουµένη, άλλοτε καταλογίζοντας ευθύνες και άλλοτε όχι, µα πάντα κρύβοντας την αλήθεια ακόµα κι από τον ίδιο της τον εαυτό. Σε ποιους μυστηριώδεις κανόνες υπακούει όποιος συντρίβεται από διαψεύσεις; Ποιοι δρόµοι οδηγούν στην τραγική κατάληξη; Πώς συμπλέκεται το ιδιωτικό µε το κοινωνικό; Και ποια τα όρια ανάµεσα στον έρωτα και στην αξιοπρέπεια; Σε αυτά και σε άλλα παρόµοια ερωτήµατα επιδιώκει να απαντήσει η ιστορία της Πρέσβειρας των Παρισίων µέσω της μυθοπλασίας, όπου η ίδια η γραφή γίνεται µέρος της πλοκής.


Αποσπάσματα από το βιβλίο 
«Επιτρέπεται να μην μας υπολογίζει κανείς? Να μας υποτιμάνε έτσι?» την ρώτησα. «Το ξέρουν αυτό στο Υπουργείο?».
«Τι ψάχνεις τώρα με τόσο χαμό εδώ μέσα, ποιος θα ενδιαφερθεί για τέτοιες λεπτομέρειες? Ο σώζων εαυτόν σωθήτω!» Και μετά από μικρή σιωπή: «Κοίτα παιδάκι μου να περνάς καλά, να κάνεις τις βόλτες σου….. που θα ξαναβρείς Παρίσι? Τράβα στις Βερσαλλίες να βολτάρεις, α….αυτές οι Βερσαλλίες, τι τόπος, τι ομορφιά… είχα πάει, ξέρεις, εκδρομή το θυμάμαι σαν όνειρο…αυτός είναι τόπος για μένα που είμαι εκ πεποιθήσεως τεμπέλα και το μόνο που μ’ αρέσει πραγματικά είναι να μην κάνω απολύτως τίποτε, να μην με περιμένει κάτι να το διεκπεραιώσω. Αχ! «Τι δεν θα δινα να βρίσκομαι στην θέση σου» (σελ. 119).

 «Το μυθικό Παρίσι δεν άργησε να μου δείξει το άλλο του πρόσωπο. Αναγκάζομαι να το παραδεχτώ. Εγώ, η τόσο αποφασιστική και περήφανη, παγιδεύτηκα, και όχι μόνο. Μένω πάντα εγκλωβισμένη στην προσωπική μου παγίδα. Μια παγίδα, στην οποία μοιάζει να μπήκα επίτηδες. Μετρούσα τις ώρες να φύγω από την βαρεμάρα του γραφείου, να ενσωματωθώ με όλους τους άλλους στη γοητεία μιας πόλης όπου πλεονάζουν οι παγιδευμένοι, μιας πόλης σκληρής που ξέρει να κρύβει το αληθινό της πρόσωπο πίσω από την οργανωμένη, την πολιτισμένη λάμψη της» (σελ.185).


5. Η καρδιά θυμάται της Καίτης Οικονόμου

Η πολυαγαπημένη συγγραφέας Καίτη Οικονόμου, με το μυθιστόρημα της «Η καρδιά θυμάται», μας χαρίζει μια συγκινητική ιστορία ενός ζευγαριού  που προσπαθεί να ξεπεράσει μια οδυνηρή απώλεια και να φτιάξει ξανά τη ζωή του. Ένας απρόσμενος έρωτας ξετυλίγεται στις σελίδες του βιβλίου, ένας έρωτας που βασίζεται στη λήθη και την λησμονιά. Η καρδιά όμως θυμάται… Η Καίτη Οικονόμου κρατάει τον αναγνώστη σε αγωνία και του δημιουργώντας του έντονα συναισθήματα με τα πολλά κρυμμένα μυστικά που οι ήρωες του βιβλίου της έρχονται αναπόφευκτα αλλά και μοιραία αντιμέτωποι.

Από το οπισθόφυλλο
Μια μέρα χτύπησε την πόρτα του μια άγνωστη. Δεν μπόρεσε να δει πώς ήταν – την ηλικία της, το ύψος της, το ντύσιμό της• γιατί μόλις αντίκρισε τα μάτια της αισθάνθηκε χαμένος. Ήταν σκούρα μπλε σαν το ανοιχτό πέλαγος και, καθώς τα κοίταζε καθηλωμένος, μια αβάσταχτη νοσταλγία πλημμύρισε την ψυχή του...
«Αντρέα, δε με θυμάσαι;» του είπε η άγνωστη με τα μπλε μάτια. «Είμαι η γυναίκα σου». Λίγο αργότερα έμαθε ότι ο γάμος τους είχε ναυαγήσει και ζούσαν σαν δυο ξένοι κάτω από την ίδια στέγη. Το μυαλό του δε θυμόταν τίποτα από την παλιά ζωή του. Αλλά η καρδιά του ήταν αδύνατον να ξεχάσει… γιατί η καρδιά θυμάται….

Αποσπάσμα από το βιβλίο

Κάπως έτσι ξεκινάει ο έρωτας του Ανδρέα και της Ειρήνης
«Εγώ ποιος είμαι με ξέρεις?» Το χαμόγελό της δεν έσβησε αλλά τα μάτια της σκοτείνιασαν.
«Και ναι και όχι».
«Ξέρεις πως με λένε?»
«Όχι»
«Τότε δεν με ξέρεις», συμπέρανε απογοητευμένος.
«Κοίτα, μερικές φορές συμβαίνουν κάποια πράγματα στη ζωή μας που μας δένουν με έναν άνθρωπο, και ας μην τον ξέρουμε καλά. Μας δένουν πολύ πιο στενά από ότι είμαστε δεμένοι με άλλους που τους ξέρουμε χρόνια».
Αυτό τον μπέρδεψε λιγάκι.
«Τι εννοείς δεν καταλαβαίνω?»
«Πάρε για παράδειγμα εμάς. Αν και γνωριζόμαστε ελάχιστα, έχει συμβεί κάτι πολύ σημαντικό μεταξύ μας».
Τώρα μπερδεύτηκε ακόμα περισσότερο.
«Δηλαδή?»
«Να, πριν από τέσσερις μέρες έκανα βόλτα στην παραλία με τον σκύλο μου. Εκεί που πήγαινα βρήκα έναν άνθρωπο που τον είχε ξεβράσει η θάλασσα, αναίσθητο, μισοπνιγμένο..»
Του φάνηκε ενδιαφέρον.
«Αλήθεια?»
«Ο άνθρωπος αυτός είσαι εσύ»
«Ααα..»
«Έτσι,  αν και δεν γνωριζόμαστε, δεν είμαστε πια άγνωστοι. Γιατί διασταυρώθηκαν οι δρόμοι μας με έναν τρόπο παράξενο». Σταμάτησε και τον κοίταξε ερωτηματικά. «Δεν συμφωνείς?».
Το σκέφτηκε.
«Με έναν τρόπο παράξενο και σπάνιο συμπλήρωσε».



Πέμπτη 18 Ιουλίου 2013

ΔΙΑΒΑΣΑΜΕ ΚΑΙ ΣΑΣ ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ- Ο ΛΟΦΟΣ ΜΕ ΤΑ ΑΓΡΙΟΛΟΥΛΟΥΔΑ




«Η υπέροχη ιστορία μιας οικογένειας και των μυστικών της, και της λυτρωτικής δύναμης της αγάπης»
Kate Morton- Συγγραφέας του The Forgotten Garden

 Με φόντο την  Γλασκόβη του 1929 μια  συγκινητική ιστορία με πρωταγωνίστριες δύο γυναίκες εκτυλίσσεται.  Η  νεαρή Μπέιτι βλέπει τα μεγάλα της όνειρα να εξανεμίζονται όταν  μένει έγκυος από τον τζογαδόρο Χένρι. Λίγο πριν η απελπισμένη κοπέλα δώσει το παιδί για υιοθεσία, ο Χένρι αποφασίζει να παρατήσει τη νόμιμη γυναίκα του, και με την Μπέιτι μεταναστεύουν στην άλλη άκρη της βρετανικής αυτοκρατορίας. Εκεί θα έχουν την πολυπόθητη ευκαιρία να ξεκινήσουν τη ζωή τους απ' την αρχή.  Εφτά δεκαετίες αργότερα η Μπέιτι, η αγαπημένη εγγονή της Έμα και διάσημη μπαλαρίνα μετά από ένα τραυματισμό και τον οδυνηρό χωρισμό της , αναγκάζεται να να επιστρέψει στις ρίζες της στην Αυστραλία. Φτάνοντας στο Λόφο με τα Αγριολούλουδα, το αγρόκτημα που κληρονόμησε από τη γιαγιά της, αρχίζει διστακτικά να συνδέεται με τους ντόπιους και να τακτοποιεί τα πράγματα που βρίσκει εκεί. Μέσα από κιτρινισμένες φωτογραφίες και ξεθωριασμένα γράμματα, η Έμα καταβυθίζεται στο παρελθόν, αναζητώντας τα νήματα μιας άγνωστης οικογενειακής ιστορίας. Καθώς οι σελίδες γυρίζουν, γίνεται φανερό ότι οι μοίρες των δύο μοιάζουν κεντημένες στο ίδιο μοτίβο.

 Σχόλια έχουν γραφτεί για το βιβλίο

«Με την τελευταία απολαυστική σκηνή, θα αισθανθείτε ότι δεν θέλετε να χωριστείτε με καλούς φίλους που θα συνεχίσουν να ζουν ακόμη και όταν το βιβλίο κλείσει». Συστήνεται ανεπιφύλαχτα. 
Historical Novels Review

«Ο Λόφος με τα Αγριολούλουδα δεν είναι μόνο ένα συγκινητικό, ατμοσφαιρικό μυθιστόρημα που εξιστορεί τη ζωή δύο γυναικών. Είναι ένα σπουδαίο βιβλίο που μιλάει για την δύναμη του ανθρώπου και για το θάρρος που χρειάζεται για να ανακαλύψει τις επιθυμίες του. Είναι ένα βιβλίο που θα σας κρατήσει πιστή συντροφιά και που όταν το τελειώσετε θα θελήσετε να το μοιραστείτε, να βρείτε τους ήρωες του και να συζητήσετε μαζί τους». 
Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου 

Τα παιδικά όνειρα  της Έμα....

«Αριστερό πόδι, πα ντε σα. Αριστερό πόδι, πτι ζετέ. Ξανά και ξανά, πάνω στο καλογυαλισμένο πάτωμα, χωρίς να σταματά ούτε λεπτό, σαν να πηδούσε από την μία ηλιαχτίδα στην άλλη. Της άρεσε το σπίτι της γιαγιάς της, και ειδικά το δωμάτιο της μουσικής, όπου το φως του ήλιου παιχνίδιζε μέσα από τις αραχνοΰφαντες κουρτίνες και υπήρχε άφθονος χώρος για να χορεύει, να χορεύει ασταμάτητα» (σελ. 9)……. «Οι μπαλαρίνες δεν μπορούν να χορεύουν για πάντα, προσπάθησε σε παρακαλώ να θυμάσαι ότι η επιτυχία δεν είναι το παν» αυτά ήταν τα λόγια της γιαγιάς της. Όμως, η Έμα είχε ήδη σηκωθεί και ριχτεί ξανά στον χορό της. Και μόνο η σκέψη ότι το όνειρό της θα μπορούσε να εκπληρωθεί είχε πλυμμηρήσει κάθε νεύρο και κάθε μυ του κορμιού της με μια ενέργεια ακατανίκητη» (σελ.13). 
Ο μεγάλος έρωτας της Μπέιτυ για τον Χένρι ....

«Η Μπέιτυ δεν ήταν παντρεμένη ενώ ο Χένρι ήταν. Με την Μόλυ, το ιρλανδικό λυκόσκυλο, όπως του άρεσε να την αποκαλεί. Ο Χένρι είχε διαβεβαιώσει την Μπέτυ ότι στον γάμο του δεν υπήρχε ούτε στάλα έρωτα. Ένας γάμος της είχε πει μεταξύ δύο ανθρώπων που νόμιζαν ότι ήξεραν ο ένας τον άλλον, αλλά που πολύ σύντομα αποξενώθηκαν εντελώς. Όπως και να χε όμως η Μόλυ εξακολουθούσε να είναι γυναίκα του. Ενώ η Μπέιτυ όχι»…  «Κοιτούσε το τετράγωνο πιρούνι του Χένρι και τα χρυσοκόκκινα μαλλιά του και πέθαινε από την λαχτάρα της να τον αγγίξει, αλλά ήταν πολύ προσεχτική για να μην διακόψει την συγκέντρωσή του στο παιχνίδι. Πήρε το ρίσκο να μην του πει ακόμα τίποτα για το παιδί που περίμενε» (σελ. 19). 


Τετάρτη 17 Ιουλίου 2013

ΕΝΟΧΕΣ ΖΩΕΣ - ΤΟ ΝΕΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΜΕΝΙΟΥ ΣΑΚΕΛΑΡΟΠΟΥΛΟΥ

 Ο δημοσιογράφος Μένιος Σακελαρόπουλος μόλις κυκλοφόρησε το νέο του βιβλίο «Ένοχες ζωές», ένα ανατρεπτικό δικαστικό θρίλερ  με πρωταγωνιστές έναν ηλικιωμένο δικαστή που ακουμπάει όλη τη σκληράδα του στα κεφάλια του κόσμου, θαρρείς κι έτσι θα ικανοποιήσει την πέτρινη καρδιά του και μια  ταλαιπωρημένη νέα γυναίκα, που παλεύει να σταθεί στα πόδια της, πληγωμένη από τη ζωή και τα λάθη της.
Η καταιγίδα, η αλήθεια, το ψέμα, τα μυστικά, η κατάρρευση. Τα πάντα υπάρχουν και προσπαθούν να επικρατήσουν σε μια δίκη αδίστακτων ανθρώπων από τον κόσμο των "καθωσπρέπει", με απίστευτες συγκρούσεις, εκβιασμούς και ίντριγκες, ψευδομάρτυρες κι ένα δικηγόρο-καμικάζι που σκάβει στη λάσπη. Μια φιγούρα από το παρελθόν που αναστατώνει το δικαστή στην πιο κρίσιμη υπόθεση της ζωής του.
Μια δυνατή ιστορία από το σκληρό κόσμο των δικαστηρίων, εκεί που όλα επιτρέπονται… "Μια νιφάδα κόλλησε στο τζάμι κι άρχισε να κάνει πατινάζ. Η Μαριλένα άνοιξε το παράθυρο, την έπιασε απαλά και την κοίταξε να λιώνει στα δάχτυλά της. Έπειτα άρχισε να χορεύει σαν μικρό παιδί, με τα μάτια της να λαμπυρίζουν από χαρά. Ξημέρωνε ελπίδα και φούσκωναν στα σωθικά της τα όνειρα…"


Ο συγγραφέας
Ο Μένιος Σακελλαρόπουλος παλεύει με τις λέξεις και τη δημοσιογραφία 33 χρόνια, από το καλοκαίρι του 1979, όταν ξεκίνησε να αρθρογραφεί στο Φως, μαθητής λυκείου ακόμα. Σπούδασε στη Νομική Θράκης, αλλά άφησε για τους άλλους… νόμους κι αστυνόμους, για να τους ξαναβρεί στα μυθιστορήματά του.
Μύρισε το μελάνι στις εφημερίδες Βραδυνή, Έθνος, Αθλητική, Sportime και Derby, γνώρισε τα ερτζιανά (ΕΡΑ, Sport FM, Sentra FM), ενώ από το 1992 είναι στο MEGA Channel. Έκανε τρεις φορές το γύρο της Ευρώπης (φτάνοντας και Αφρική…) με εκατοντάδες ρεπορτάζ και μεταδόσεις. Είναι μέλος της Ένωσης Συντακτών και του Πανελληνίου Συνδέσμου Αθλητικού Τύπου, από τον οποίο έχει βραβευτεί δύο φορές για τηλεοπτικά ρεπορτάζ.
Πορφυρός Κώδικας είναι το ένατο βιβλίο του. Προηγήθηκαν τα Είκοσι Χρόνια Ταξίδια, τα μυθιστορήματα The Game Boy –Το Μοιραίο 10, Θα Πεθάνεις, Ρε!, Η Νύχτα της Λώρας, το Μαύρο Φιλί και το Φεγγάρι από Πέτρα, και Δυο Μαύρα Πουκάμισα που κυκλοφορούν επίσης από τις εκδόσεις μας, και μια ειδική ημερολογιακή έκδοση με τίτλο Ολυμπιάδα, Ιστορία και Θρύλοι.
Συνεχίζει να ταξιδεύει, να χαμογελά, να σαρκάζει και να αυτοσαρκάζεται…

Τρίτη 16 Ιουλίου 2013

ΔΙΟΝΥΣΗΣ ΧΑΡΙΤΟΠΟΥΛΟΣ- ΝΕΑ ΣΥΛΛΕΚΤΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ



Η νέα συλλεκτική έκδοση του  Διονύση Χαριτόπουλου που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις ΤΟΠΟΣ και περιλαμβάνει πέντε σημαντικά και δυσεύρετα βιβλία, συγκεντρωμένα σε ένα τόμο, με τη χρονολογική σειρά που εκδόθηκαν.

«Ο Διονύσης Χαριτόπουλος, μέσα από  έργα του που παρουσιάζονται στον συλλεκτικό τόμο, αποδομεί με αριστουργηματικό τρόπο τη μεταπολιτευτική εποχή των μεγάλων θριάμβων, της παραφροσύνης και της επίπλαστης ευμάρειας, που οδήγησαν στο οδυνηρό σήμερα». 

Τα βιβλία που συναποτελούν τον τόμο: 

Δανεική γραβάτα (1976)
"Βγήκα για έρωτα απόψε. Μα εσύ δεν μου κάνεις. Εγώ ψάχνω κάτι δυνατό, σαν ενδοφλέβια. Ψάχνω για τρεις ρόμπες που ξενυχτάνε ανάμεσα στις καραβίσιες λαμαρίνες. Τρεις ξεθωριασμένες ρόμπες που ανοίγουνε, στα όρθια, σε λούστρους, και ανήλικα. Απόψε θα είναι δικές μου.
Με περιμένουν να βυθιστώ μέσα τους, να βαφτιστώ σε φλέματα, λίπη, νύχια, γερασμένα μαλλιά και να τους επιστρέψω τα ονόματά τους... Φλώρα, Φρειδερίκη, Νίκη-Ράδιο, σας λατρεύω. Φλώρα, Φρειδερίκη, Νίκη-Ράδιο, δεν έχω τίποτα να σας κρύψω. Είμαι δικός σας".

Δέσποινα (1984)
Τη λένε Δέσποινα και θέλει να φύγει. Με κάθε τίμημα.
Μα όσους θα ακολουθήσει στα τυφλά δεν έχουν πού να την πάνε. Και κάθε φορά ο γυρισμός θα γίνεται και πιο δύσκολος. Ένα ανθρώπινο πλάσμα που θα χαθεί αναζητώντας απεγνωσμένα τρόπο για να ζήσει.

Την νύχτα που έφυγε ο Μπούκοβι (1989)
Ο Πειραιάς δεν είναι μόνο το λιμάνι, το Πασαλιμάνι και η Καστέλλα... Είναι ο Ολυμπιακός και το γήπεδο Καραϊσκάκη. Είναι οι σκληρές γειτονιές Τρούμπα, Δραπετσώνα, Ταμπούρια, Καμίνια, Κοκκινιά, Πέραμα και τα άγρια Μανιάτικα σφηνωμένα ανάμεσα σε βράχια και λασπόνερα. Η πιο ζόρικη διαδρομή για τους ανυποψίαστους. Μια μεγαλη, και λυπηρή στιγμή στην ιστορία του Ολυμπιακού η νύχτα που έφυγε ο Μπούκοβι. 

Εναντίον του Marlboro (1991)
Δεν υπάρχει κοινωνία. Mόνο άτομα. Επιχειρηματίες, μάνατζερ, γιατροί, δημοσιογράφοι, διαφημιστές, καλλιτέχνες, μοντέλα, σύζυγοι, γκόμενες, όλοι εναντίον όλων με μια ακατάληπτη γλώσσα χωρίς αίσθημα.
Σε έναν κόσμο που τρελαίνεται, η κατάθλιψη, οι ίλιγγοι και η παράνοια είναι συμπτώματα υγείας. Η νέα εποχή είναι τώρα.

Από δω πέρασε ο Κιλρόι  (1992)
Αυτός δεν πιστεύει πια.
Κάνει ένα ταξίδι που ίσως δεν έχει γυρισμό και αναρωτιέται αν υπάρχει ζωή πριν το θάνατο. Και πότε είναι ο Κιλρόι, κάποιος που δεν υπήρξε ποτέ, πότε ο χασογκόλης Αριστείδης Παπάζογλου και πότε κάποιος που γράφει στους τοίχους "αν υπάρχει Θεός την πουτσίσαμε".

Ο συλλεκτικός τόμος  αποτελεί μια προσεγμένη και καλαίσθητη έκδοση, με σκληρό εξώφυλλο που αξίζει να διαβαστεί και να ξαναδιαβαστεί τώρα που το μεταπολιτευτικό πάρτι τέλειωσε και να πάρει την θέση της στη βιβλιοθήκη μας. Για να καταλάβουμε το πώς φτάσαμε ως εδώ. Τώρα που η κρίση αναβλύζει από παντού η διεισδυτική ματιά του συγγραφέα διαβάζει σωστά, πίσω από τα μεγάλα μυστικά και ψέματα, την καταιγίδα που έρχεται.

Παρασκευή 12 Ιουλίου 2013

Βιβλία με αστείρευτο χιούμορ για τις καλοκαιρινές σας διακοπές!!!

Το Καλοκαίρι έχει μπει για τα καλά και μετά από ένα κουραστικό και γεμάτο αγωνίες χειμώνα όλοι θέλουμε να χαλαρώσουμε, να ξεκουραστούμε για να απολαύσουμε τις διακοπές μας. Εμείς επιλέξαμε και σας προτείνουμε πέντε χιουμοριστικά βιβλία που θα σας χαρίσουν γέλιο, χαρά και απόλαυση.  Παρ’ τε μια γεύση από το αστείρευτο χιούμορ των συγγραφέων……..

1) Ίδια η μάνα σου έγινες της Κατερίνας Μανανεδάκη 
Εκδόσεις: Λιβάνης


ΑΠΟ ΤΟ ΟΠΙΣΘΟΦΥΛΛΟ


«Μα τι λες τώρα; Είμαι εγώ ίδια η μάνα μου; Είσαι εσύ ίδια η μάνα σου;
Είναι δυνατόν μια γυναίκα με εξαιρετικές σπουδές, καλή δουλειά και βραζιλιάνο γυμναστή να είναι ίδια με τη μάνα της που είναι νοικοκυρά, άπαιχτη μεν στις πίτες και το στιφάδο αλλά με μόνες …επαγγελματικές επιτυχίες καμιά κατοσταριά σεμεδάκια γκομπλέν, άλλα τόσα καρεδάκια τσιγκελάκι και αγαπημένο χόμπι να τηλεφωνεί όποτε θυμηθεί, συνέχεια δηλαδή, στην κόρη της;


Η Χριστίνα, απόλυτη πρωταγωνίστρια του βιβλίου μας η ηρωίδα μας πέφτοντας από τα ψηλά στα χαμηλά παθαίνει απανωτές κρίσεις ταυτότητας πράγμα που την διαλύει. Το κερασάκι στην τούρτα είναι ότι ξυπνάει ένα ωραίο πρωί και διαπιστώνει πως όσο κι αν προσπάθησε, όσο κι αν τσακώθηκε, όσο κι αν χτυπήθηκε κάτω και αυτή, όπως άλλωστε κι εσύ που διαβάζεις τώρα αυτές τις γραμμές… ΙΔΙΑ Η ΜΑΝΑ ΣΟΥ ΕΓΙΝΕΣ!

Διάλογος από το βιβλίο 

Ντριν, ντριν, ντριν. Το κινητό μου χτυπάει πάλι τρεις φορές και κλείνει. 
- Θα με τρελάνει στο λέω να το ξέρεις! Έχω τον κάθε απαιτητικό πελάτη με τις ιδιοτροπίες του, έχω τον διευθυντή μου που θέλει να με στριμώξει, έχω τον άντρα μου που δεν ξέρει τι του γίνεται, έχω την κόρη μου που θέλει για μάνα οποιαδήποτε άλλη εκτός από εμένα, έχω και την τρέλα της δικής μου μάνας. Πόσο ,μπορώ να αντέξω, μου λες? Πόσο?
- Έκανα τα πάντα για να φύγω από το σπίτι, σπούδασα, βρήκα δουλειά, παντρέφτηκα, έκανα παιδί και ποιο το όφελος? Είμαστε τόσα χιλιόμετρα μακριά εγώ στη Αθήνα και αυτή στην Μάνη, μας χωρίζουν βουνά και θάλασσες και εξακολουθεί να  μου κάνει τη ζωή ποδήλατο. Π-ο-δ-ή-λ-α-τα-ο.
Αναστενάζω εγώ, χαμογελάει η φιλενάδα μου. Νομίζω πως μου συμπαραστέκεται αλλά ως συνήθως κάνω λάθος. 
-Καλά και γαμώ τις φάσεις Χριστινάκι! Είσαι θεά θα σε φτιάξω αμέσως.
Αρπάζει το κινητό της και αρχίζει να εκφωνεί και να γράφει με μανία. 
-«Πετυχημένο στέλεχος μεγάλης εταιρίας παθαίνει ολική κρίσης ταυτότητας και προσωπικότητας. Η κόρη της ζητάει να υιοθετηθεί, η μάνα της δεν θέλει να την ξέρει, ο διευθυντής της κοιτάζει πώς να την πηδήξει και ο άντρας της ζει ευτυχισμένος στον κόσμο του Μάλμπορο. Μοναδική λύση για αυτό ο Βραζιλιάνος γυμναστής και το λίκνισμα του κορμιού του στους ρυθμούς της καποέιρα». Πάμε για καταιγισμό από like κοπελιά, για χαμό στο ίσιωμα σου λέω!

Σχόλια-Κριτικές

«Απίστευτο γέλιο, κωμικοτραγικές καταστάσεις – αν θέλεις να ξεφύγεις από όλους κι από όλα, το βιβλίο αυτό  είναι αυτό που ψάχνεις»!

«Ένα απολαυστικό βιβλίο που μας φέρνει αντιμέτωπες με την πιο μεγάλη μας αλήθεια: όσο κι αν προσπαθούμε να αποφύγουμε την εικόνα της μάνας μας, τόσο πιο πολύ μοιάζουμε στην “ακατάλληλη” αυτή φιγούρα που χρόνια ολόκληρα προσπαθούμε να αποφύγουμε. Κινήσεις της, συμπεριφορές της, στάσεις της, λόγια και συνήθειες της είναι τόσο βαθιά κρυμμένες μέσα μας και τόσο βαθιά ριζωμένες στο ασυνείδητο κομμάτι του εαυτού μας που τίποτα και κανείς δεν μπορεί να μας εμποδίσει να της μοιάσουμε. Ούτε καν ο ίδιος μας ο εαυτός»...    





2) Παντρεμένες του Άρη Σφακιανάκη 
Εκδόσεις: Κέδρος

Το νέο μυθιστόρημα «Παντρεμένες» (εκδ.Κέδρος) του Άρη Σφακιανάκη σκιαγραφεί με το γνώριμο σατιρικό ύφος του συγγραφέα τις γυναίκες που υπέπεσαν στο σοβαρό αμάρτημα του γάμου…


Διάλογος μέσα από το βιβλίο 

- «Δεν μπορώ να κάνω σχέση μαζί σου, κατάλαβέ το, είπε η Άννα. Έχεις κακή φήμη στην αγορά, πώς αλλιώς να στο πω?»
- «Άννα με κατηγορείς που έψαχνα ανάμεσα στις γυναίκες μέχρι να σε βρω? Εξάλλου, τώρα πια έχω αλλάξει, θέλω να γίνω μονογαμικός».
- «Δεν αλλάζει ο άνθρωπος είπε η Άννα βαρυσήμαντα».
- «Μα τι λες, εδώ έχω χάσει όλα τα μαλλιά μου φώναξα. Είμαι άλλος άνθρωπος σου λέω».
- «Χώρια που δεν μου αρέσουν οι φαλακροί» είπε. 
- Αυτό ήταν ένα άθλιο χτύπημα. Αποφάσισα να μην πληρώσω ξανά το μερίδιό της στο λογαριασμό. Αρκετά την είχα ταΐσει μέχρι τότε χωρίς κανένα αποτέλεσμα. 

Απόσπασμα από το βιβλίο
«Ο Άγγελος ήταν γύρω στα σαράντα πέντε, ιδιαίτερα αρρενωπός με γκρίζα μαλλιά (αλλά μαλλιά), πράσινα μάτια και κορμί καλογυμνασμένο. Επίσης μπορούσε ν να κάνει μια ολόκληρη κουβέντα χωρίς να αναφερθεί στα ζώδια. Είχε χωρίσει πριν από λίγο καιρό με την αγαπημένη του και για να το ξεχάσει το ρίξει στο ποδήλατο. Συνουσιαζόταν με τις ανηφόρες. Δεν ήταν ακριβώς νέος, δεν ήταν ακριβώς πλούσιος, πάντως ήταν ωραίος». 

Σχόλια- κριτικές

«Ένα παιγνιώδες εγχειρίδιο πλεύσης στην άγνωστη γη των παντρεμένων γυναικών, μια επιχείρηση ανοίγματος οφθαλμών στους τυφλωμένους συζύγους κι ένα πόνημα υποστήριξης στους εραστές εκείνους που αναζητούν την αδελφή ψυχή σε λάθος τόπο».

«Το βιβλίο θυμίζει την πλοκή και τη λύση από κωμωδίες του ελληνικού κινηματογράφου, με τον νυχτερινό εραστή να διαφεύγει από την πίσω πόρτα, καθώς ο σύζυγος επιστρέφει στο σπίτι πιο νωρίς απ΄ότι συνηθίζει. Ένα ιστόρημα για τον δαιμόνιο νεοέλληνα ερωτύλο, που βλέπει τις... ερωτικές συνεδρίες κάτι σαν... χόμπι».

«Στη σκιά του δέντρου της γνώσης κρύβεται η αλήθεια ή το ψέμα; Όταν η Εύα (η σημερινή Εύα) λέει στον Αδάμ ότι έχει ραντεβού στο κομμωτήριο μήπως πηγαίνει να βρει τον εραστή της; Κι ο Αδάμ πάλι (ο σύγχρονος Αδάμ) γιατί σφυρίζει αδιάφορα; Ένα κρυφοκοίταγμα στην ιδιαίτερη αυτή κατηγορία γυναικών που τόλμησαν να πιστέψουν ότι στον γάμο θα έβρισκαν τον Παράδεισο αλλά δεν συνάντησαν παρά μια έρημο ψυχική και μια διαβολική αποξένωση των σωμάτων». 

3) Το μήλο βγήκε από τον παράδεισο της Έλενας Ακρίτα 
Εκδόσεις: Διόπτρα


Αποσπάσματα  μέσα από το βιβλίο 

«Η αμαρτία είναι σαν το προφιτερόλ. Αν δεν μπορείς να αντισταθείς απόλαυσέ την. Και αυτό αποφάσισαν να κάνουν ο Αδάμ και η Εύα. Το πρόβλημα όμως είναι πως ακόμη και τότε η γυναίκα δεν έπεφτε τσακ μπαμ. Με το που κατάπινε το μήλο δεν ήταν «ανοίξαμε και σας περιμένουμε». Ήθελε μια εισαγωγή, ένα απεριτίφ, ένα προκαταρκτικό βρε αδερφέ». 

«Και έτσι η Εύα ακολουθεί την προδιαγεγραμμένη μοίρα της: δαγκώνει το μήλο. Και μόλις το καταπίνει της έρχεται μία αντάρα, μια εφίδρωση, μια φούντωση, μια φλόγα, ένα βούρλισμα, ένα προκλημακτιριακό στο πιο χάλια. Αλλόφρων, μια μουρλή, παίρνει το δαγκωμένο μήλο και τρέχει στον Αδάμ»
-Κάνε αααα.
-Γιατί?
-Δάγκα λίγο.
- Άσε, δε θέλω, δαγκωμένο με σάλια σιχαίνομαι.
-Δάγκα από την άλλη.
Και δάγκωσε από την άλλη. Αυτός και η Χιονάτη. Οι δύο κορυφαίοι μαλάκες στη μυθοπλασία των λαών. 

Σχόλια και κριτικές 

«Η Έλενα Ακρίτα μας αποκαλύπτει την αλήθεια πίσω από τα γεγονότα της Βίβλου. Όλοι ξέρουμε τι συνέβη, αλλά με το πέρασμα των αιώνων υπήρξαν ορισμένες παρανοήσεις, μερικές διαστρεβλώσεις, κάποια σπασμένα τηλέφωνα, καταλαβαίνετε, οι διάλογοι δεν μεταφέρθηκαν όπως ακριβώς είχαν συμβεί. Μέχρι σήμερα όμως. Τώρα όλα έρχονται στο φως το εξώτερον».
«Σε αυτούς, λοιπόν, τους αλλόκοτους καιρούς, που μας έχουν φυλακίσει έως και το γέλιο, η σπουδαία Ελληνίδα συγγραφέας, με εντυπωσιακή φρεσκάδα, μας το χαρίζει σε χορταστικές δόσεις. Ο τρόπος που χειρίζεται τις μορφές της Βίβλου είναι ανυπόφορα ευρηματικός». 

«Το Μήλο βγήκε απ' τον Παράδεισο» είναι μια αναζωογονητική βουτιά στο πέλαγος της σύγχυσης που μας παραδέρνει. Όση ώρα το διαβάζετε, θα ξεχάσετε και τη Μέρκελ. Να το θυμάστε αυτό»...

4) Τακούνια στα χαρακώματα της Κατερίνας Παπανικολάου
Εκδόσεις: Διόπτρα

Διάλογος μέσα από το βιβλίο

Ο Αλέξης?με ρωτάει μονολεκτικά γιατί περιμένει την έκρηξη. 
«Τι ο Αλέξης αγριεύω»
«Τίποτα»
«Άσε τα τίποτα! Στο χω ξαναπεί, δεν θέλω καμία βοήθεια από αυτό. Εδώ μπορεί  να πάρουμε διαζύγιο, θα του πάρω λεφτά?»
«Καλά πάρε πρώτα τα λεφτά και μετά το διαζύγιο. Είναι τώρα καιροί για χωρισμούς? Δεν βλέπεις δέκα- δέκα μένουν στα δυάρια. Ινδίες γίναμε», αναπνέει δυνατά και η μπόχα από το σκόρδο νεκρώνει κάτι γλάστρες πιο πέρα. 
«Παιδί μου η σχέση μας πάει κατά διαόλου το καταλαβαίνεις? Έχουμε πάνω από ένα χρόνο να το κάνουμε, προγραμματίζει τις χώρες που θα μείνει χωρίς να με ενημερώνει, με παίρνει τηλέφωνο κάθε τρεις μέρες στις οχτώ ακριβώς λίγο πριν από το βραδινό τσάι. Πώς αλλιώς να στο πω ότι μ’ έχει γραμμένη?»
«Να πας στο Παρίσι να κάνεις την ερωμένη, καλύτερη δουλειά δεν υπάρχει» επιμένει. 


Σχόλια-Κριτικές 

"Η Κατερίνα Παπανικολάου επιλέγει στιγμές, σαρκάζει έξυπνα το ρεαλισμό που κρύβουν και με μια έμφυτη μαεστρία ρίχνει επιδέξια τις πιο απρόβλεπτες ατάκες που χαρίζουν στον αναγνώστη άφθονο γέλιο". 
(Θάλεια Κουνούνη, συγγραφέας) 

"Αν έχεις ζήσει μια από εκείνες τις μέρες που έχεις προγραμματίσει να μαζοχιστείς κάνοντας απολογισμό, μετά να πέσεις στο πάτωμα να κλάψεις και στη συνέχεια να φας γλυκό, τότε ξέρεις για τι μιλάω. Αυτό είναι το βιβλίο-γλυκό που θα σε κάνει να σκεφτείς πως όσο ζόρικη κι αν είναι η ζωή, σίγουρα έχει την πλάκα της!" 
(Έλενα Καραμίχαλου, ραδιοφωνική παραγωγός "Κακά κορίτσια") 

"Η Κατερίνα Παπανικολάου σατιρίζει με αισιοδοξία και με το ανεξάντλητο χιούμορ που τη χαρακτηρίζει την παρανοϊκή εποχή που ζούμε, συνθέτοντας ένα βιβλίο που πραγματικά απόλαυσα και που κατάφερε να τονώσει την ψυχολογία μου". 
(Μαίρη Κωνσταντούρου, συγγραφέας)

5) Ο άνθρωπος που ξέχασε την γυναίκα του  του Τζον Ο 'Φαρέλ
Εκδόσεις: Διόπτρα 

Αποσπάσματα μέσα από το βιβλίο

«Αυτό είναι το πρόβλημα με την σοφία του πλήθους. Καμιά φορά το πλήθος αποδεικνύεται τελείως ηλίθιο. Στα είκοσι είσαι γεμάτος αισιοδοξία για όλα τα πράγματα που θα πετύχεις, στοιβάζεις φιλοδοξίες και σχέδια να τα καταφέρεις κάποια στιγμή στο μέλλον. Στα τριάντα, έχεις υποστεί τέτοιο σοκ από τα μωρά και τα νήπια και τις μετακομίσεις και τις βαριές υπερωρίες που χρειάζονται για να πληρώσουν για όλα αυτά, που δε σου μένει στιγμή να σηκώσεις τα μάτια και να δεις πού πηγαίνεις. Μόνο στα σαράντα μπορείς εντέλει να ξελαχανιάσεις, να κάνεις έναν απολογισμό και να συλλογιστείς πού βρίσκεσαι και τι έχεις πετύχει. Και τότε άξαφνα συνειδητοποιείς ότι η ζωή σου δεν έχει καμία σχέση μ\' αυτό που ήλπιζες και περίμενες τεμπέλικα να συμβεί από μόνο του. Τα σαράντα είναι η δεκαετία της διάψευσης». 

Facebook: «Αυτός είμαι εγώ. Κοίταξε, έχω περισσότερες φωτογραφίες, περισσότερους φίλους κι ενδιαφέροντα. Κανείς δεν μπορεί να πει ότι δεν γεννήθηκα ποτέ -ιδού η απόδειξη του αντιθέτου, σε κοινή θέα\". Αυτό είναι το κεντρικό δόγμα της δυτικής φιλοσοφίας του εικοστού πρώτου αιώνα: τουιτάρω, άρα υπάρχω».

Σχόλια- Κριτικές

«Άλλη μια δόση κωμικής μεγαλοφυΐας.» Mirror
«Ξεκαρδιστικό χάρη στην αληθοφάνειά του.» The Times
«Να λύνεσαι απ’ τα γέλια.» Mail On Sunday
«Αν έχει πλάκα ο Τζον Ο’Φάρελ; Έχει απίστευτη πλάκα!» Mirror
«Δηκτικό, ασεβές, σαρκαστικό.» Literary Review






Πέμπτη 11 Ιουλίου 2013

"O ΤΡΟΜΕΡΟΣ ΕΧΘΡΟΣ"- ΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΠΑΙΔΙΚΟ ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΤΟΥ ΧΟΡΧΕ ΜΠΟΥΚΑΙ ΜΑΣ ΔΙΔΑΣΚΕΙ ΚΑΙ ΜΑΣ ΣΥΓΚΙΝΕΙ



1
Απόσπασμα από το βιβλίο 
Αγαπημένο μου παιδί,
Μπορεί αύριο, μπορεί σε ένα μήνα, μπορεί και   χρόνο από σήμερα, κάτι ή κάποιος να βρεθεί στο δρόμο σου και να φέρει ταραχή κα φόβο στην ψυχή σου. Μπορεί να είναι κάποιος ξένος, μπορεί και κάποια πλευρά του ίδιου σου του εαυτού. Ωστόσο, μόλις νιώσεις τη δύναμή του, θα καταλάβεις πόσο βαρύ πράγμα είναι ο φόβος. Τότε θα θελήσεις να τον καταστρέψεις, να τον διώξεις, να τον βγάλεις μια και καλή από τν ζωή σου. Τώρα όμως που το τέλος μου πλησιάζει, σου αφήνω μία τελευταία συμβουλή: Μην το κάνεις! Αν είσαι ικανός να τον καλέσεις στο σπίτι σου , να του ανοίξεις την καρδιά σου, και να χαρείς την παρουσία του στο πλευρό σου, σύντομα θα ανακαλύψεις πως μέσα σε αυτόν τον υποτιθέμενο εχθρό, κρύβεται ο πιο ισχυρός και πιστός σύμμαχός σου. 

Ο πατέρας σου που σ’ αγαπάει,
Ο μέχρι σήμερα βασιλιάς.

Μια ιστορία αγάπης και µίσους, ταπεινοφροσύνης και µαταιοδοξίας, που εξηγεί πώς ο τροµερός εχθρός µας, µπορεί να γίνει ο καλύτερός µας φίλος…στο δεύτερο παιδικό βιβλίο του Μπουκάι, μετά τον Αλυσοδεμένο Ελέφαντα. Μια ιστορία με πολλά κρυμμένα μηνύματα και αποστάγματα μιας ολόκληρης ζωής. Ένα βιβλίο που αξίζει να διαβαστεί από μικρούς και μεγάλους. Ο αγαπημένος σε πολλούς Χόρχε Μπουκάι συνεχίζει να μας συγκινεί και να μας μαθαίνει……